
Φαραντούρης: Η Κομισιόν παραδέχεται στρεβλώσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
24 Σεπτεμβρίου, 2025
Φαραντούρης για εθνικά: Εθνική συνεννόηση και αλλαγή πορείας με πράξεις εθνικής κυριαρχίας
25 Σεπτεμβρίου, 2025Του Νικόλα Φαραντούρη*
Στα τέλη του 10ου αιώνα, ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’, αντιμετωπίζοντας τις απειλές των Βουλγάρων και τις δυναστικές έριδες, αναζήτησε συμμαχίες εκτός συνόρων. Η συμφωνία του με τον ηγεμόνα του Κιέβου Βλαδίμηρο, που συνοδεύτηκε από τον εκχριστιανισμό των Ρως και τον γάμο του με την πορφυρογέννητη Άννα, υπήρξε ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα της νέας ρωμαϊκής (βυζαντινής) διπλωματίας, όπου η θρησκεία, ο πολιτισμός και η πολιτική συνδυάζονταν αριστοτεχνικά για την επίτευξη στρατηγικών στόχων. Η διπλωματία αυτή δεν περιοριζόταν στην ισχύ των όπλων, αλλά επιστράτευε την πολιτιστική επιρροή μέσω των εκκλησιαστικών δικτύων, ως εργαλείο ήπιας ισχύος.
Αυτό το πολυδιάστατο υπόδειγμα – αυτονόητος φορέας του οποίου θα ανέμενε κανείς να ήταν η Ελλάς – αξιοποιεί σήμερα, με σύγχρονους όρους, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διεισδύει ανησυχητικά στο δικό μας «προνομιακό» πεδίο, της θρησκευτικής διπλωματίας αλλά και της ίδιας της Ορθοδοξίας. Προσφάτως, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος προσεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη με αντικείμενο συζήτησης το καθεστώς των Αγίων Τόπων και τις πιέσεις που υφίσταται το Πατριαρχείο: από τους βομβαρδισμούς ναών στη Γάζα έως το πάγωμα λογαριασμών εκ μέρους του Δήμου Ιερουσαλήμ. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Τούρκος πρέσβυς στη Συρία επισκέφτηκε τον Πατριάρχη Αντιοχείας Ιωάννη Ι’ στη Δαμασκό, σε μια συνάντηση με εμφανείς πολιτικές προεκτάσεις. Παράλληλα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος βρέθηκε στην Ουάσιγκτον, αναζητώντας αμερικανική μεσολάβηση στην τουρκική κυβέρνηση, για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης (όχι ασφαλώς για λογαριασμό της Τουρκίας, αλλά ως τρόπον τινά διαμεσολαβητής).
Οι κινήσεις αυτές αναδεικνύουν μια πραγματικότητα: ενώ η Τουρκία επενδύει στη διαμεσολάβηση και στην εκκλησιαστική διπλωματία, η Ελλάδα εμφανίζεται απούσα ή με καθυστερημένα αντανακλαστικά. Τα παλαίφατα Πατριαρχεία εδρεύουν σε χώρες Ορθόδοξων κοινοτήτων στις οποίες οι κυβερνήσεις εκεί δεν διάκεινται πάντα φιλικά, απεναντίας (βλ. διώξεις και σφαγές στη Συρία). Αν η Αθήνα καθυστερεί, κάθε άλλη βοήθεια ή συνδρομή ή συμπαράσταση από την Άγκυρα (ή τη Μόσχα) μοιραία θα έρθει να καλύψει το κενό. Οι θρησκευτικοί ανταγωνισμοί είναι γνωστοί και καταδεικνύουν ότι η θρησκευτική/εκκλησιαστική διπλωματία δεν είναι ζήτημα του παρελθόντος αλλά πεδίο στρατηγικού διαγκωνισμού στο παρόν.
Οι κατά τόπους Εκκλησίες από τα Ιεροσόλυμα και την Αντιόχεια έως την Αλεξάνδρεια και το Σινά, δεν είναι απλώς ή κυρίως ή μόνο εκκλησιαστικοί θεσμοί· αποτελούν φορείς ιστορικής συνέχειας και κόμβους γεωπολιτικής σημασίας. Στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, η παρουσία τους συνδέεται με την πολιτισμική ακτινοβολία του ελληνισμού από τους αλεξανδρινούς χρόνους αλλά και με την περιφερειακή ασφάλεια.
Τον περασμένο Μάρτιο, επισκέφτηκα τη Δαμασκό, εν μέσω των μεγάλων σφαγών και συναντήθηκα με τον Πατριάρχη και την ελληνική κοινότητα. Οι ομογενείς μας εκεί μου επανέλαβαν την έκκλησή τους να πέμψουμε έναν δάσκαλο, να διδάξει στα παιδιά τους τη γλώσσα μας, τη γλώσσα του Ομήρου, του Πλάτωνα και των Ευαγγελιστών. Και οι ελληνορθόδοξοι αραβόφωνοι, να μην τους ξεχνά η «δεύτερη πατρίδα» τους. Η αδιαφορία ωστόσο της Αθήνας δείχνει ένα επικίνδυνο έλλειμμα κατανόησης και στρατηγικής.
Η φαναριώτικη διπλωματία του 18ου αιώνα, με τις αρχές της διαμεσολάβησης και της πολιτισμικής προσαρμοστικότητας, έδωσε στους Ρωμιούς της Πόλης τη δυνατότητα να αναδειχθούν σε παίκτες μεγαλύτερους από τη πληθυσμιακή δύναμή τους. Σήμερα, η Ελλάδα καλείται να εμπνευστεί από αυτό το παράδειγμα: να προστατεύσει την Ελληνορθόδοξη παρουσία στις αρχέγονες κοιτίδες της, ως φορέα ήπιας ισχύος, να στηρίξει έμπρακτα τις κοινότητες των ομογενών και να τοποθετήσει την εκκλησιαστική διπλωματία στον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής της.
Μόνον έτσι μπορεί να διατηρήσει το προνόμιο μιας στρατηγικής παρουσίας που υπερβαίνει τα στενά μας σύνορα.
*Ο Νικόλας Φαραντούρης είναι Ευρωβουλευτής, Μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού, Ασφάλειας και Άμυνας και Συντονιστής της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, κάτοχος της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet





